Παλεύοντας με τις αντιξοότητες, ο Γιάννης Τσιάντης έπαιζε και δημιουργούσε. Ονειρευόταν, σχεδίαζε, υλοποιούσε, θεσμοθετούσε. Έκανε αυτό που τόσο καθαρά περιγράφει ο Winnicott: «Αυτό που κάνει τη ζωή να αξίζει είναι η δημιουργική προσέγγιση του κόσμου». Δεν άντεχε να μένει στα ίδια. Ένα νέο σχέδιο, ένας νέος φορέας ήταν στα σκαριά. Ταξιδευτής, καραβοκύρης, έτοιμος να ξοδέψει από την απίστευτα αστείρευτη ενέργεια του σε σχεδιασμούς έρευνας και εφαρμογής προγραμμάτων, είτε αυτά ήταν προγράμματα από-ασυλοποίησης, είτε εκπαίδευσης θεραπευτών αλλά και επαγγελματιών πρώτης γραμμής στην υγεία, την παιδεία, την παιδική προστασία, με γνώμονα πάντα την ψυχαναλυτική προσέγγιση στο μεταρρυθμιστικό του έργο. Προχωρούσε με ανοίγματα στο όνειρο, προτείνοντας, διεκδικώντας, επιμένοντας, κάνοντας εύκολα σχέσεις και διατηρώντας τες, αλλά και εκμεταλλευόμενος τις ευκαιρίες, που παρουσιάζονταν.
Σε αυτό, το 3ο Συνέδριο της ΕΕΨΨΠΕ, με θέμα «Σχετίζεσθαι, Παίζειν, Δημιουργείν: Η Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεία Παιδιών και Εφήβων μπροστά στις σύγχρονες προκλήσεις» μιλάμε γι’ αυτόν μαζί με την Ειρήνη Τσανίρα και τον Στέλιο Χριστογιώργο. Στη στρογγυλή τράπεζα αφιερωμένη στον Γιάννη Τσιάντη καταθέτω την προσωπική μου ανάγνωση της συνάντησης μας και της μακρόχρονης συνεργασίας μας στην Αθήνα, στο Λονδίνο, στη Λευκωσία, αλλά και το Βελιγράδι, το Λουξεμβούργο, τη Στοκχόλμη, το Ελσίνκι, την Caen, την Louven, τη Bruges, το Βερολίνο και άλλες πόλεις που ξεχνώ, υλοποιώντας εκπαιδευτικές συναντήσεις και συντονίζοντας διακρατικό ερευνητικό έργο. Θα προσπαθήσω να προσεγγίσω ένα μέρος από την πολύπλευρη συμβολή του Γιάννη Τσιάντη στις εφαρμογές της ψυχαναλυτικής σκέψης στο ελληνικό θεσμικό πλαίσιο της ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων, αλλά και το πλούσιο έργο του στον ευρωπαϊκό χώρο τόσο μέσα από διακρατικά ερευνητικά προγράμματα, όσο και μέσα από τις δράσεις του ως αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας στο Δημόσιο Τομέα (EFPP) . Ήταν δάσκαλος, μέντορας, ερευνητής, χαρισματικός κλινικός και επόπτης. Ενστερνιζόμενος το παράδειγμα του Winnicott πίστευε στο δημόσιο λόγο της ψυχανάλυσης, με παρεμβάσεις σε κοινωνικά θέματα, συνεργασίες με δήμους και κοινότητες σε υποβαθμισμένες ή/και απομακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας για τη δημιουργία υπηρεσιών ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων, παρέχοντας εποπτεία και σεμινάρια μέσω ομάδων επισκεπτών.
Ο Γιάννης Τσιάντης έχοντας πίστη στα όνειρα του, στις επιδιώξεις του, έκανε και τους γύρω του να πιστέψουν σε αυτά (χρησιμοποιώ την έννοια της πίστης όπως την περιγράφει ο R. Britton στο βιβλίο του «Belief and imagination»). Λειτουργούσε στην πληθυντικότητα και καθόλου με όρους ενικότητας (με όρους, όπως περιγράφει η Hanna Arednt, 1958). Βασιζόταν στους συνεργάτες του, τους παρότρυνε, τους υποστήριζε, τους προωθούσε. Θύμωνε, αλλά και συγχωρούσε. Μπορούσε σχεδόν διαισθητικά να διακρίνει τον υγιή ναρκισσισμό, από τον κακόβουλο/καταστροφικό ναρκισσισμό (αντλώντας από την μελέτη του H. Rosenfeld, αλλά και εμπιστευόμενος τη διαίσθηση του). Η πολύχρονη καθημερινότητα μαζί του δεν γινόταν ποτέ βαρετή είτε στην Παιδοψυχιατρική Κλινική και την εκπαίδευση των παιδοψυχιάτρων, είτε στην ΕΨΥΠΕ, με τα προγράμματα από-ασυλοποίησης, στους ξενώνες, στα κέντρα ημέρας, ή την επίτευξη συνεργασίας με το Πανεπιστήμιο του Ανατολικού Λονδίνου και την Tavistock για την οργάνωση μεταπτυχιακού (Master’s degree) στην ψυχική υγεία βρεφών, είτε στην Εταιρείας μας, την Εταιρεία Ψυχ. Ψυχ. Παιδιού και Εφήβου, στην εκπαίδευση παιδοψυχοθεραπευτών, στο περιοδικό Παιδί και Έφηβος, στη σύλληψη και οργάνωση του ανα-διετία Ψυχαναλυτικού Εργαστηρίου της Σύρου, είτε στις δράσεις της EFPP με την πρόσβαση και αξιοποίηση ευρωπαϊκών επαφών και κονδυλίων για την ανάπτυξη καινοτόμων έργων που παρείχαν υπηρεσίες ψυχικής υγείας, εκπαίδευση και έρευνα, καθώς και σημαντική εκδοτική δραστηριότητα. Μαζί σε όλα αυτά και μαζί στα ταξίδια για το συντονισμό των ερευνητικών προγραμμάτων. Πόσα πολλά έμαθα πλάι του σε μια πληθωρική συνεργασία με φιλικό και αναπτυξιακό πρόσημο.
Πανεπιστημιακοί κύκλοι αντιστρατεύτηκαν τον βόμβο των πολλαπλών ερευνητικών, κλινικών, διδακτικών και συγγραφικών προσπαθειών του και δεν ενέκριναν την εξέλιξη του σε Καθηγητή ΕΚΠΑ, αφήνοντας τον στη θέση του Αναπληρωτή Καθηγητή. Ανέστειλαν και την αναγνώριση της Παιδοψυχιατρικής ως αυτόνομης έδρας. Βαρύ το πλήγμα για τον Γιάννη Τσιάντη να μην αναγνωριστεί ο σημαντικός του ρόλος στην εκπαίδευση Παιδοψυχιάτρων, το πλούσιο συγγραφικό και ερευνητικό του έργο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Άντεξε, συνέχισε να δημιουργεί.
Ένα δεύτερο χτύπημα, ακόμη χειρότερο, ήταν η διακοπή της κρατικής χρηματοδότησης των προγραμμάτων της ΕΨΥΠΕ, κάτι που άφησε έκθετο τον Γιάννη Τσιάντη στα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων στις δομές της ΕΨΥΠΕ, προκαλώντας μια αναπόφευκτη σύγκρουση με τους συνεργάτες του, με μη ανατρέψιμες πλέον συνέπειες. Αποσύρθηκε καταβεβλημένος. «Η σκέψη του, που ήταν πάντα υπηρέτης της ζωής» (δανείζομαι τη φράση του Shakespeare), κάτω από το βάρος της ατιμωτικής (όπως την βίωσε) ήττας, ενέδωσε στην πληγωμένη περηφάνεια του, νοιώθοντας κυνηγημένος από τους ίδιους του τους συνεργάτες, δεν μπορούσε να συγχωρήσει, να συγχωρεθεί, να βρει εναλλακτικές. Ανήμπορος να παλέψει, όπως έκανε μια ολόκληρη ζωή, δεν μπορούσε πλέον να παίξει με τις αντιξοότητες, οι δικαστικές ταλαιπωρίες δεν είχαν πια τον ηρωικό χαρακτήρα αλλοτινών καιρών, που μαχόταν ιδρύοντας. Ταλαιπωρημένος και κουρασμένος, βιώνοντας μια πρωτόγνωρη μοναξιά, απομακρύνθηκε, αποσύρθηκε.
Παρόλο που ήταν εκτός εμβέλειας για περισσότερο από ένα χρόνο, καθηλωμένος στο κρεβάτι και καθόλου πια ο παλιός του εαυτός, παρέμεινε ενεργός στο νου μας, στην αναλυτική μας στάση, στο δημόσιο λόγο μας. Μας κληροδότησε το μεράκι του για ζωή, για αναζητήσεις, για δημιουργικό έργο, για αποφυγή καθησυχασμών. Του είμαστε ευγνώμονες για όλα όσα μας άφησε.
Στο άκουσμα του θανάτου του, σαν πρόεδρος τότε της ΕΕΨΨΠΕ, σε ένα μικρό κείμενο αποχαιρετώντας τον μέντορα, διαχρονικό συνεργάτη και καλό φίλο, έγραψα μεταξύ άλλων μια φράση που θύμωσε πολλούς καλούς συναδέλφους, «… για όσα μας χάρισες, για όσα μας στέρησες…». Συνεχίζω να πιστεύω ότι αν δεν είχαν συμβεί οι ανυπέρβλητες τότε αντιξοότητες, που δεν μπορούσε πλέον να αντιμετωπίσει η παλιά καλή ευρηματικότητά του, θα συνέχιζε να δημιουργεί ακόμη. Ναι, μας στέρησε λοιπόν την περαιτέρω δημιουργικότητά του, τη ζωντάνια της παρέας του!
Λίγο μετά το θάνατο του Γιάννη Τσιάντη, χάσαμε και την Όλγα Μαράτου, διδάσκον και εποπτεύον μέλος μας (όπως και της ΕΨΕ), σημαντική συνεργάτις και φίλη, με πλούσιο, ερευνητικό, κλινικό και θεσμικό έργο, που συντρόφεψε την Εταιρεία μας από τα πρώτα της βήματα. Ήταν ενεργά παρούσα σε κάθε ερευνητική και διδακτική δράση προσφέροντας την πλούσια πείρα της, διδάσκοντας τους εκπαιδευόμενους μας μέχρι τον ξαφνικό θάνατο της.
Ας κρατήσουμε ζωντανή την κληρονομιά που παραλάβαμε και ας την περάσουμε στους νεότερους -και είθε αξιότερους- από εμάς!
Έφη Λάγιου-Λιγνού